- ἀμυδρότερος
- ἀμυδρόςdimmasc nom comp sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Δίας ή Ζευς — I Η κορυφαία μυθολογική θεότητα στο αρχαίο ελληνικό πάνθεο. Η μορφή του θεού αυτού είχε την προέλευσή της σε ένα υπέρτατο ον των ινδοευρωπαϊκών λαών, που είχε το όνομα του φωτεινού ουρανού, το οποίο διατηρείται στις διάφορες ιστορικές γλώσσες:… … Dictionary of Greek
διπλοί αστέρες — (Αστρον.). Οι αστέρες που, ενώ όταν παρατηρούνται με γυμνό μάτι φαίνονται απλοί, με τη χρήση τηλεσκοπίου ή άλλης μεθόδου αποκαλύπτεται ότι αποτελούν ομάδα από δύο ή τρία ουράνια σώματα. Αυτό συμβαίνει επειδή βρίσκονται περίπου στην ίδια οπτική… … Dictionary of Greek
ԱՂՕՏԱԳՈՅՆ — (գունի, ից.) NBH 1 0048 Chronological Sequence: Unknown date, 8c, 11c, 12c ա. Առաւել կամ յոյժ աղօտ. նսեմագոյն. մթագոյն. նուազագոյն. ἁμυδρότερος, ἁμαυρότερος obscurior *Աղօտագոյն ունի զբաշխողականն երեւումն: Լուսափայլութիւնք՝ ոմանց յայտնագոյն, եւ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՆՈՒԱՂԱԳՈՅՆ — ( ) NBH 2 0449 Chronological Sequence: Unknown date ա.մ. ἁμυδρότερος, ν, ἁμυδρότατος debilior, ius. Կարի նւաղ. տկարագոյն. *Զի նուազագոյն երեւեցուսցէ զՅովբայ իմաստութիւն, իբրեւ թէ մանկագոյն իցէ ժամանակօք. Իսիւք.: *Որ փոքր ինչ մեկուսին են, ըստ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)